Πέμπτη 14 Μαρτίου 2013

Μάγεμα και άθλος η κορυφή!

Της Εύης βαν ντερ Γοοτ-Γιαννοπούλου

Όπως οι περισσότεροι νέοι της γενιάς μου, δεν είμαι οπαδός του πρωινού ξυπνήματος, κάθε άλλο μάλιστα. Μου αρέσει να κοιμάμαι έως αργά και μόνο σε περίπτωση που έχω να πραγματοποιήσω κάποια εργασία ξυπνάω πολύ νωρίς το πρωί. Η λαχτάρα μου όμως για…

…το βουνό με ώθησε να πετάξω τα ζεστά σκεπάσματα από πάνω μου χωρίς καμία απολύτως δυσκολία, ξαφνιάζοντας με και συνεπαίρνοντάς με στην σκέψη της περιπέτειας που επρόκειτο να ζήσω. Έτσι ενθουσιασμένη σηκώθηκα και ετοιμάστηκα καταλλήλως για την δεύτερη κατά σειρά εξόρμηση μου με τον Ε.Ο.Σ Καλαμάτας. Το βανάκι του συλλόγου ξεκίνησε στις επτά από την Καλαμάτα με τελικό προορισμό το Μαίναλο και συγκεκριμένα την κορυφή Αϊντίνης. Η κορυφή αυτή είναι η τρίτη ψηλότερη κορυφή του Μαινάλου και υψώνεται σε υψόμετρο 1849 μέτρων. Κατά τη διάρκεια της πορείας μετ’ οχήματος μέχρι το Μαίναλο ένιωθα λες και βρισκόμουν σε λεωφορείο γεμάτο ‘‘σχολιαρόπαιδα’’ που πηγαίνουν την πρώτη τους εκδρομή. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάθε φορά την ίδια χαρά για το βουνό σαν την πρώτη φορά, σκέφτηκα! Μέσα από τα αστεία και τα γέλια τους αποκρυπτογραφούσα το πάθος τους για το βουνό, το οποίο μου προκαλούσε ανάμεικτα συναισθήματα χαράς και ανυπομονησίας.

Σύμφωνα με την πρόγνωση του καιρού τριών διαφορετικών διαδικτυακών τόπων θα ήταν μια ηλιόλουστη και ζεστή ημέρα. Το βουνό όμως είχε αντιρρήσεις, γεγονός που προσέξαμε από τα πρώτα κιόλας λεπτά στην αρχή του μονοπατιού, όπου θα ξεκινούσαμε την ανάβαση με τα πόδια. Έβρεχε αρκετά μα δεν το βάλαμε κάτω, σκεπτόμενοι ότι μέσα στο δάσος η βροχή θα έκοβε ούτως ή άλλως από τα δέντρα. << Το βουνό έχει ψυχή>> άκουσα έναν ορειβάτη να λέει <<έχει τον δικό του καιρό, δεν υπακούει στις προβλέψεις>> . Πράγματι κατά τη διάρκεια της διαδρομής από την αρχή του μονοπατιού μέχρι την κορυφή ο καιρός άλλαζε λες και το βουνό άλλαζε διαθέσεις, σαν κυκλοθυμικός άνθρωπος που θέλει να μας δοκιμάσει, να παίξει μαζί μας.

Το τοπίο γύρω μας ήταν μαγευτικό. Πρώτη φορά στη ζωή μου έμπαινα τόσο βαθειά στο δάσος. Όσο προχωρούσαμε τόσο πιο μοναδικό γινόταν. Έβλεπα μπροστά μου χίλιων λογιών δέντρα και φυτά, τα οποία δεν γνώριζα, εκτός από τα έλατα και τα κίτρινα κρινάκια. Συναντήσαμε μέχρι και σημάδια από πέρασμα αγριογούρουνου. Αντικρίζοντας δε το πρώτο χιόνι ήταν σαν να γεύτηκα την αθωότητα και τη γνήσια χαρά που ένιωσα όταν το είδα όντας παιδί για πρώτη φορά. Μετά από μιάμιση ώρα σταμάτησα να έχω τη αίσθηση του χρόνου, απλώς περπατούσα απολαμβάνοντας τη διαδρομή και αφήνοντας όλες τις έγνοιες πίσω.

Ανεβαίνοντας το βουνό το χιόνι γινόταν όλο και πιο πυκνό, η βλάστηση αραιή αλλά η κούραση μεγαλύτερη. Νόμιζα πως δεν άντεχα άλλο, καθώς είμαι τελείως άπειρη στην πεζοπορία, πόσο μάλλον στην πεζοπορία στο βουνό. Τα πόδια μου πονούσαν και οι αντοχές μου εξαντλούνταν. Ήμουν η τελευταία σ’ αυτήν την ορειβατική αλυσίδα. Δεν ξέρω από που βρήκα τη δύναμη να συνεχίσω. Ήταν που έβλεπα άλλους ανθρώπους με τόση δύναμη να συνεχίζουν ακάθεκτοι; Η θέληση να επιτύχω το στόχο, δηλαδή να φτάσω στην κορυφή; Συνδυασμός και των δύο; Δεν μπορώ να ξέρω. Αυτό που γνωρίζω είναι πως με το που έφτασα στην κορυφή τα ξέχασα όλα, τον πόνο, την κούραση, όλα. Το βουνό με αντάμειψε για τη μεγάλη σωματική προσπάθεια που κατέβαλα. Ήταν ό,τι πιο όμορφο είχα δει ποτέ. Δεν ήταν μόνο λόγω της θέας που αντίκρυζα από αυτό το υψόμετρο, που ασφαλώς είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή, ήταν και το ότι εγώ είχα καταφέρει να φτάσω εκεί, είχα κοπιάσει για να δω αυτή τη θέα που κυριολεκτικά σου έκοβε την ανάσα. Το λίγο αυτό χρονικό διάστημα που βρεθήκαμε στην κορυφή ήταν αρκετό για να ‘‘πετάξω όλα τα σκουπίδια’’ της ψυχής μου.

Καθώς στην κορυφή φύσαγε αρκετά κάτσαμε λίγο πιο κάτω να ξεκουραστούμε και να κολατσίσουμε. Ακόμη και το να τρως έχοντας όλες αυτές τις χιονισμένες κορυφές να σε περικυκλώνουν είναι μοναδική εμπειρία. Κάνοντας τσουλήθρα στο χιόνι η κατάβαση της κορυφής ήταν πολύ πιο διασκεδαστική και γρήγορη από την ανάβαση. Έπειτα πήραμε το δρόμο της επιστροφής ακολουθώντας πάντα το σηματοδοτημένο μονοπάτι. Η εικόνα τώρα ήταν διαφορετική. Το χιόνι άρχισε να λιγοστεύει, τα δέντρα να πληθαίνουν, μέχρι που το χιόνι εξαφανίστηκε και ο δρόμος που οδηγεί στους ανθρώπους εμφανίστηκε μπροστά μας. Η όλη πεζοπορία μας πρέπει να διήρκησε γύρω στις εξήμιση ώρες, αν και δεν κρατούσα χρόνο, ζούσα απλώς τη χαρά του πρωτάρη της ανάβασης. Πριν ξεκινήσουμε το δρόμο του γυρισμού για την Καλαμάτα, καθίσαμε ξαπλωμένοι στο ξέφωτο, όπου ήταν παρκαρισμένο το βανάκι, απολαμβάνοντας τη λιακάδα. Εκεί άρχισα να αναλογίζομαι την ανάβαση μας στην κορυφή του βουνού. Πόσο μικρός είναι ο άνθρωπος μπροστά στη μεγαλοπρέπεια ενός βουνού; Πόσο μεγάλος είναι ο κόσμος; Άραγε γιατί ο άνθρωπος αναλώνεται σε εμπειρίες που τον πληγώνουν ενώ υπάρχει τόση ομορφιά γύρω του;

Δύο πράγματα κράτησα από αυτήν την εμπειρία που έζησα, την ‘‘θεραπευτική’’ ιδιότητα που έχει το βουνό στην ψυχή του ανθρώπου και τη σημασία της θέλησης ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου και φυσικής κατάστασης. Αυτό που έχει σημασία είναι να έχεις ψυχή, όλα τα άλλα βρίσκονται στην πορεία.


Πηγή : kalamata journal